Το Πρωτόκολλο της Ναγκόγια

biodiverΤο πρωτόκολλο της Ναγκόγια ήρθε να συµπληρώσει τη Σύµβαση για τη Βιοποικιλότητα, αυτή τη συµφωνία-ορόσηµο που ψηφίστηκε στην ιστορική σύνοδο κορυφής του Ρίο, το 1992. Τρεις είναι οι κεντρικοί στόχοι της Σύµβασης: η διατήρηση της βιολογικής ποικιλότητας, η αειφόρος χρήση των συνιστωσών της και ο δίκαιος και ισότιµος διαµοιρασµός των ωφελειών από τη χρησιµοποίηση των γενετικών πόρων.

Ως απόκριση στις απαιτήσεις του πρώτου στόχου, δηµιουργήθηκε στην Ευρώπη το δίκτυο προστατευόµενων περιοχών Natura 2000 και αναλήφθηκαν παγκοσµίως σηµαντικές πρωτοβουλίες για τη διατήρηση όλης της ποικιλίας µορφών ζωής στον πλανήτη, πολλές από αυτές απειλούµενες σε µεγάλο βαθµό σήµερα. Ως απόκριση στις απαιτήσεις του δεύτερου στόχου, προέκυψε το αίτηµα για αειφορία σε έργα και δραστηριότητες, δίπλα στην ανάπτυξη προστέθηκε ο προσδιορισµός βιώσιµη κι έστω κι αν όσα γίνονται στο όνοµά της δεν αντιστοιχούν πάντα στο περιεχόµενο του όρου, έχουν ληφθεί και εφαρµοστεί σηµαντικές σχετικές αποφάσεις. Ο τρίτος στόχος που στην ουσία ζητάει να ωφελούνται και αυτοί που διαθέτουν τον γενετικό πόρο και που συνέβαλαν στη διατήρησή κι όχι µόνον εκείνοι που τον πήραν και τον µετέτρεψαν σε οικονοµικό αγαθό, δεν είχε βγάλει πουθενά µέχρι πρόσφατα. Δεν είναι περίεργη αυτή η δυστοκία. Στον κόσµο µας, δεν είναι συνηθισµένοι οι νικητές να µοιράζονται τις απολαβές τους µε τους άλλους. Όµως, οι εντάσεις που άρχισαν και να αυξάνονται και να µεγεθύνονται έπρεπε να διευθετηθούν και κανόνες δικαίου έπρεπε να εφαρµοστούν ώστε να υπάρξει ασφάλεια στις συναλλαγές.

Μεσολάβησαν χρόνια προετοιµασιών και εντατικές διαπραγµατεύσεις που δεν σταµάτησαν παρά την τελευταία στιγµή: αργά τη νύχτα, λίγο πριν εκπνεύσει ο χρόνος, λίγο πριν λήξει άπραγη και η 10η συνάντηση των µερών της Σύµβασης για τη Βιοποικιλότητα, στη Ναγκόγια της Ιαπωνίας, στις 29 Οκτωβρίου του 2010. Εκεί, σ’ αυτή τη µακρινή πόλη, την έδρα της αυτοκινητοβιοµηχανίας Toyota, υπερψηφίστηκε τελικά το φερώνυµο Πρωτόκολλο από τα 193 κράτη-µέρη της Σύµβασης, 18 χρόνια µετά το Ρίο. Το έχουν υπογράψει 92 χώρες και µέχρι στιγµής έχει από πλευράς τους 26 επικυρώσεις. Για να αρχίσει να εφαρµόζεται, χρειάζονται άλλες 24 κι επιπλέον 90 ηµέρες µετά την 50ή επικύρωση, πράγµα που αναµένεται να συµβεί κάπου µέσα στο 2014.

Το Πρωτόκολλο εξειδικεύει τον τρίτο στόχο της Σύµβασης για τη Βιοποικιλότητα και αποτελεί το νοµικό πλαίσιο πραγµατοποίησής του. Κύρια υποχρέωση των µερών που το υπογράφουν είναι να πάρουν µέτρα για την πρόσβαση στους γενετικούς πόρους (πώς δηλαδή αυτή θα γίνεται νόµιµα και µε αποδεκτό και από τα δύο συµβαλλόµενα µέρη τρόπο), το διαµοιρασµό των ωφελειών από τη χρησιµοποίησή τους (προβλέποντας χρήσεις και τύπους ωφελειών από καθεµιά, που από κοινού θα συµφωνηθούν) και τη συµµόρφωση στα συµφωνηµένα (ώστε να ελέγχεται αν όλα βαίνουν καλώς). Οι ωφέλειες µπορεί να είναι χρηµατικού ή άλλου τύπου, όπως πρόσβαση σε επιστηµονική πληροφορία, µεταφορά τεχνογνωσίας κ.λπ. Λέξεις-κλειδιά που συνδέονται µε τα παραπάνω είναι οι PIC και MAT που στα ελληνικά θα µπορούσαν να αποδοθούν ως «Συνειδητή εκ των Προτέρων Συναίνεση» (Prior Informed Consent) και «Αµοιβαία Αποδεκτοί Όροι» (Mutually Agreed Terms) (ίσως, ΣΠΡΟΣ και ΑΜΑΟ, αντίστοιχα). Τέτοια προβλέπει το Πρωτόκολλο για τους γενετικούς πόρους – αυτούς όµως που προέρχονται από περιοχές εθνικής δικαιοδοσίας και όταν πηγή προέλευσης είναι µια χώρα. Για γενετικούς πόρους από διεθνείς περιοχές, όπως είναι τα διεθνή ύδατα, δεν υπάρχουν τέτοιες δεσµεύσεις.

Ανάλογα προβλέπει και για γενετικούς πόρους που είναι στη δικαιοδοσία ιθαγενών ή τοπικών κοινοτήτων, υπό την προϋπόθεση ότι αυτό µπορεί να αποδειχθεί, όπως και για τη σχετική µε τους γενετικούς πόρους παραδοσιακή γνώση που διαθέτουν τέτοιες κοινότητες, χωρίς ωστόσο να προσδιορίζει ούτε τι συνιστά παραδοσιακή γνώση ούτε τι συνιστά χρησιµοποίησή της. Αντίθετα, οι γενετικοί πόροι προσδιορίζονται µε σαφήνεια. Ανάµεσά τους, δεν περιλαµβάνονται οι ανθρώπινοι. Γενετικός πόρος κατά το Πρωτόκολλο, είναι οποιοδήποτε υλικό βιολογικής προέλευσης, από φυτά ζώα ή µικρόβια, που διαθέτει λειτουργικές µονάδες κληρονοµικότητας και έχει ή ενδεχοµένως αποκτήσει (οικονοµική) αξία, αλλά επιπλέον και οι βιοχηµικές ουσίες που συνδέονται µε αυτό. Αντίστοιχα, χρησιµοποίηση γενετικών πόρων θεωρείται η έρευνα και η ανάπτυξη που στηρίζονται στη γενετική και βιοχηµική σύσταση των γενετικών πόρων, όπως και η παραγωγή και περαιτέρω εµπορευµατοποίηση προϊόντων που παράγονται µε βιοτεχνολογικό τρόπο.

Το Πρωτόκολλο αποτελεί προϊόν συµβιβασµού µεταξύ χωρών πλούσιων και χωρών φτωχών σε βιοποικιλότητα, που συνήθως είναι χώρες φτωχές και χώρες πλούσιες, αντίστοιχα, κατά τον κλασικό ορισµό. Οι πρώτες κυρίως παρέχουν γενετικούς πόρους, ενώ οι δεύτερες κυρίως τους χρησιµοποιούν – για έρευνα, για µετατροπή τους σε φάρµακα, καλλυντικά, αγροτικά και κηπευτικά προϊόντα, σε βιοτεχνολογικές εφαρµογές, κ.λπ. Ωστόσο, η ίδια χώρα µπορεί να έχει και τη µια και την άλλη ιδιότητα (για διαφορετικούς πόρους) και να προβεί ανάλογα στις σχετικές ρυθµίσεις από διαφορετική θέση κάθε φορά. Το Πρωτόκολλο κινείται ικανοποιητικά προς την κατεύθυνση εξαφάνισης της βιοπειρατείας, δηλαδή της χρησιµοποίηση των γενετικών πόρων χωρίς έγκριση από αυτούς που τους κατέχουν –χωρίς όµως να θίγει αυτήν που προηγήθηκε– αλλά όχι τόσο προς την κατεύθυνση υποχρέωσης των χρηστών να διασφαλίσουν το διαµοιρασµό των ωφελειών. Και σε θέµατα διαδικασιών και δεσµεύσεων είναι συχνά σιωπηρό. Παρόλα αυτά, είναι ευτύχηµα που επιτέλους υπάρχει.

Ένα από τα σηµεία που θέλουν µεγάλη προσοχή αφορά τον παροχέα γενετικού πόρου. Σύµφωνα µε τον Πρωτόκολλο, δεν είναι µόνον η χώρα φυσικής εξάπλωσης ή προέλευσής του. Μπορεί να είναι και κάποια άλλη που τον προµηθεύτηκε από κάπου, κάποτε και τον έχει στη διάθεσή της κατά την έναρξη ισχύος του. Εδώ, έρχονται προφανώς στο προσκήνιο οι βοτανικοί κήποι και οι τράπεζες πολλαπλασιαστικού υλικού που διαθέτουν συλλογές (νόµιµες ή παράνοµες) φυτών από όλο τον κόσµο. Για παράδειγµα, οι περίφηµοι βοτανικοί κήποι Kew στην Αγγλία έχουν συγκεντρωµένο 10% της φυτικής βιοποικιλότητας ολόκληρου του πλανήτη. Έτσι, ενδηµικοί γενετικοί πόροι των διαφόρων χωρών, δηλαδή γενετικοί πόροι που φυσιολογικά υπάρχουν µόνο σε αυτές και πουθενά αλλού, δεν είναι πια αποκλειστικά δικοί τους. Είναι και του Ηνωµένου Βασιλείου, είναι και οποιασδήποτε άλλης χώρας που έχει ιδρύµατα µε τέτοιες συλλογές. Αυτό έχει τεράστια σηµασία. Και για τη χώρα µας. Ένας λόγος είναι ότι το Πρωτόκολλο δεν έχει αναδροµική ισχύ. Ο άλλος είναι ότι ενδηµικοί πόροι της βρίσκονται και φυλάσσονται προ πολλού και εκτός των συνόρων της. Πρόσφατη έρευνα που διεξάγαµε µε τους συνεργάτες µου (Ν. Κρίγκα και Β. Μεντέλη) έδειξε ότι 179 ενδηµικά φυτά της Ελλάδας βρίσκονται σε βοτανικούς κήπους της Ευρώπης και 134 σε βοτανικούς κήπους άλλων ηπείρων, ενώ διατηρούνται συλλογές 100 ενδηµικών φυτών σε ευρωπαϊκές τράπεζες σπερµάτων. Εάν για οποιοδήποτε λόγο προκύψει ενδιαφέρον να χρησιµοποιηθούν τα φυτά αυτά, µάλλον δεν θα είναι η χώρα µας η ωφεληµένη.

Η Ελλάδα, ως «καυτό» σηµείο βιοποικιλότητας, είναι πλούσια σε γενετικούς πόρους. Διαθέτει περίπου 1.400 ενδηµικά είδη και υποείδη φυτών, περίπου 4.000 αντίστοιχα ζώων, και σε µεγάλο βαθµό ανεξερεύνητο πλούτο άλλων µορφών ζωής, όπως µανιτάρια και άλλοι µύκητες, φύκη, αρχαία, βακτήρια, κ.λπ. Και διαρκώς έρχονται στο φως άγνωστες µορφές ζωής από τις στεριές ή τις θάλασσές της. Είναι χώρα ιδιαίτερα ετερογενής, µε διαφορετικά περιβάλλοντα, από υποτροπικά µέχρι υποπολικά και µε ακραία ανάµεσά τους, όπως ηφαίστεια, σπήλαια, θερµές πηγές, µεγάλα ύψη, πολύ µεγάλα θαλάσσια βάθη, δηλαδή περιβάλλοντα, όπου µόνον ιδιαίτερες µορφές ζωής µπορούν να υπάρξουν. Αυτή η ιδιαιτερότητα έλκει το ενδιαφέρον, καταρχήν τουλάχιστον για έρευνα, καθώς µπορεί να αποκαλύψει κερδοφόρα υλικά και µηχανισµούς. Είναι σαφές πως στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η θέση της Ελλάδας, όπως και µερικών άλλων χωρών του ευρωπαϊκού νότου, είναι πιο κοντά στις χώρες-παροχείς, σε αντίθεση µε πολλές άλλες, τις ισχυρότερες, που είναι κυρίως χώρες-χρήστες γενετικών πόρων. Αυτό θα πρέπει πρώτα να το θυµόµαστε εµείς, µετά να το υπενθυµίζουµε όπου χρειάζεται και φυσικά να το υπερασπιζόµαστε διεκδικώντας.

Το Πρωτόκολλο της Ναγκόγια µπορεί να αποτελέσει εργαλείο ανάπτυξης για τη βιολογικά πλούσια χώρα µας. Για να ωφεληθεί όµως από αυτό και τις επιµέρους προβλέψεις του χρειάζεται προηγουµένως εντατική προετοιµασία. Χρειάζεται καταρχήν να γνωρίζει τι ακριβώς έχει από πλευράς γενετικών πόρων. Κι αν δεν το έχει έτοιµο, να δώσει προτεραιότητα στο να το µάθει. Χρειάζεται µετά δουλειά για την παραγωγή κατάλληλου εθνικού συστήµατος πρόσβασης στους γενετικούς πόρους και για τη διαµόρφωση τύπων συµβάσεων, εξειδικευµένων κατά κατηγορία πόρων, που θα περιλαµβάνουν όσα πρέπει και δεν θα αφήνουν ανοιχτή την πόρτα να ξεφεύγουν ωφέλειες από χρήσεις που δεν προβλέφθηκαν εγκαίρως ή από άλλες παραλείψεις. Χρειάζεται επίσης η Ελλάδα να είναι συνεχώς παρούσα µε εκπροσώπους της σε όλα τα fora που σχετίζονται µε το Πρωτόκολλο και τις προβλέψεις του και να διεκδικεί, καθώς αρκετά θέµατα παραµένουν ανοιχτά και είναι σίγουρο πως θα τεθούν ξανά στο τραπέζι. Αλλά για να επιτύχουν οι προσπάθειες, χρειάζεται καθαρή στόχευση, σοβαρότητα, καλή προετοιµασία, κατάλληλες συµµαχίες και συνεργασίες και κυρίως συνέχεια – σε στόχους, ενέργειες και πρόσωπα. Αν σωστά προσπαθήσουµε, είναι µεγάλη η πιθανότητα να αποκτήσουµε σηµαντικά οφέλη από το βιολογικό πλούτο που διαθέτουµε. Και µέσω αυτών να συµβάλουµε δραστικά και στην επίτευξη των άλλων δύο σπουδαίων στόχων της Σύµβασης για τη Βιοποικιλότητα στη χώρα µας, δηλαδή τη διατήρηση του βιολογικού της πλούτου, όπως και την αειφόρο χρήση του.

ΔΕΣΠΟΙΝΑ ΒΩΚΟΥ

Καθηγήτρια Οικολογίας, Τµήµατος Βιολογίας ΑΠΘ

µέλος της εθνικής αντιπροσωπείας στη Ναγκόγια